____________ ____________ ταξιδεύοντας: Φεβρουαρίου 2008

ταξιδεύοντας

Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2008

51 ~ Χόρχε Λούις Μπόρχες: Επιστροφή στην Κρήτη


Jorge Luis Borges (1899-1986)
... 25 αιώνες μετά.


«Σαν ποιητής έχω μάθει να μιλώ με μεταφορές, και σε αυτή την περίπτωση, θα χρησιμοποιήσω άλλες δυο. Η πρώτη, έχει σχέση, με την επιστροφή στην πατρίδα, την επιστροφή του Οδυσσέα. Ο Οδυσσέας άργησε 10 χρόνια για να επιστρέψει στην Ιθάκη. Εγώ θα έλεγα πως επιστρέφω στην Κρήτη, πως επιστρέφω στην Ελλάδα, εικοσιπέντε αιώνες μετά από την στιγμή που όλα άρχισαν εδώ. Εδώ που άρχισε ο στοχασμός, η διαλεκτική, η ποίηση, η φιλοσοφία, απλώς όλα.»

Image Hosted by ImageShack.us
Ρέθυμνο

Ο Χόρχε Λούις Μπόρχες βρίσκεται για δεύτερη φορά στην Κρήτη τον Μάιο του 1984. Είχε προηγηθεί η επίσκεψή του στο νησί κατά την δεκαετία του '70 και αυτή τη φορά έρχεται στο Ρέθυμνο για να ανακυρηχθεί επίτιμος διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης.

Ο Mπόρχες στην Κρήτη
του Γιώργου Χουλιάρα

Τον οδηγήσαμε ακριβώς στο σημείο
από όπου φαντάσθηκε ότι ξεκίνησε.
Οι πέτρες έκαιγαν στα ερείπια
καθώς ο ήλιος τώρα τρύπωνε παντού
σε ένα μεθοδικά ακάλυπτο παρελθόν.
Κοιτάζαμε χωρίς να βλέπουμε.
Εδώ θα ήταν ο λαβύρινθος εκείνος
μονολογούσε χαμένος σε σκέψεις
που δεν είχε διαφθείρει το φως.
Εδώ θα ήταν απολύτως σκοτεινά
όπως τώρα, έλεγε, το βλέπω
ενώ με θόρυβο τα τζιτζίκια
ακόνιζαν τα κέρατα του ταύρου.
Θα προχώρησε προς την έξοδο
με το χέρι σφιγμένο σε κουβάρι
που η άκρη του δεν φαινόταν
ούτε τώρα αν υπήρχε.
Γιατί τον χάσαμε από τα μάτια μας
σε μια στιγμή όπως μας στράβωσε
ο ήλιος σε μυθικό καθρέφτη
φυγαδεύοντας το πραγματικό
είδωλο ενός ανύπαρκτου κόσμου.

= = =

Λαβύρινθος

Πόρτα ποτέ δε θα ύπάρξει. Κι είσαι μέσα
και το μέγαρο αγκαλιάζει το σύμπαν
δεν έχει ούτε μπρός ούτε πίσω όψη
ούτε περίβολο ούτε κέντρο μυστικό.
Μην ελπίζεις πως ο απέραντος δρόμος
που πάλι διακλαδίζεται σ' άλλον,
που πάλι διακλαδίζεται σ' άλλον,
κάπου τελειώνει. Το ριζικό σου αλύγιστο
σαν τον κριτή σου. Μην περιμένεις να σου ορμήσει
ο ταύρος που είναι άνθρωπος κι η αλλόκοτη,
πολύμορφη όψη του σκορπάει τον τρόμο
μέσα σ' αυτό το μπερδεμένο πέτρινο κουβάρι.
Δεν ύπάρχει. Να μην έλπίζεις ούτε καν
μέσ' απ' το φοβερό σκοτάδι να φανεί το τέρας.

J.L.B. από Το εγκώμιο της σκιάς
μετάφραση: Δημήτρης Καλοκύρης

= = =

Aκολουθώντας τον μίτο της Aριάδνης

[...]H εμφάνιση του λαβυρίνθου στο έργο του Μπόρχες έγινε σε μια σχετικά όψιμη περίοδο της ζωής του, αν και η ιδέα υπήρχε πίσω από πολλά μυθοπλαστικά δημιουργήματά του. Στο «υποθετικό ποίημά» του το 1942 διαπιστώνει ότι ο λαβύρινθος οδηγούσε τα βήματά του από κάποια ημέρα της παιδικής του ηλικίας. Αργότερα η συμβολική του χρήση με πολλαπλές σημασίες και αποχρώσεις, με τρόπο υπαινικτικό και παιγνιώδη, υπάρχει σε πολλά διηγήματα. Παίρνει τις μορφές της αναπαράστασης ενός χάους που η ανθρώπινη διάνοια ανήγαγε σε τάξη, μιας εκούσιας αταξίας που μέσα της κρύβει το κλειδί της. Επίσης, παρουσιάζεται στις παρομοιώσεις της φύσης όπως σε ένα μακρύ ποτάμι ή σε ένα πυκνό δάσος και σε διαρρύθμιση χώρων όπως είναι μια βιβλιοθήκη ή μια μεγαλούπολη. Το βαρύ και σοβαρό κλίμα όλων αυτών υπονομεύεται από μια λεπτή και συχνά εσωτερική αίσθηση του χιούμορ που έχει θεωρηθεί μια νέα διάσταση στη λατινοαμερικάνικη γραφή.- Γ.Ζ Βασική πηγή: E. Ροντρίγκες Μονεγκάλ, Μπόρχες, μτφ. Βίκτωρ Ιβάνοβιτς, Θεμέλιο, 1987 - ΤΑ ΝΕΑ, 9 ΙΟΥΛΙΟΥ 2007

=
«Εσείς μπορείτε να διαλέξετε τώρα, Μπορείτε να με υπολογίσετε σαν έναν εξόριστο έλληνα στην Νότιο Αμερική, που επιστρέφει στην πατρίδα του, η να πείτε πως πάντα ήμουν στην Ελλάδα, όχι με το σώμα άλλα με το πνεύμα.. Μπορείτε να διαλέξετε. 'Aλλα αυτό που θέλω να γίνει κατανοητό -ξέρω πως με καταλαβαίνετε, η μάλλον με αισθανόσαστε-πως είμαι ευτυχισμένος που βρίσκομαι στην Ελλάδα, πως εγώ διαλέγω αυτή τη χώρα για να μείνω για πάντα, ακόμα και όταν το σώμα μου δεν θα υπάρχει.».

=

Χωρίς να το έχω προσχεδιάσει, αφιέρωσα την ήδη μα­κριά ζωή μου στη λογοτεχνία, στη διδασκαλία, στην απραξία, στην ήρεμη περιπέτεια της συζήτησης, στη φιλολογία, που την αγνοώ, σ' αυτή τη μυστήρια μανία, το Μπουένος 'Άιρες, και στις περιπλοκότη­τες που, όχι χωρίς κάποια δόση ύπεροψίας, αποκαλούνται μεταφυσι­κή. Ταυτόχρονα, δεν έλειψε από τη ζωή μου και η φιλία μερικών αν­θρώπων, που είναι και το ουσιαστικότερο. Πιστεύω πως δεν έχω ούτε έναν εχθρό ή, αν έχω κάποιους, ποτέ δεν μ' άφησαν να το καταλάβω.Ή αλήθεια είναι ότι κανείς δεν μπορεί να μας πληγώσει, παρά μόνο εκείνοι που αγαπάμε. [...]

Δεν έχω καμιά αισθητική θεωρία. Ο χρόνος με δίδαξε ορισμένα τε­χνάσματα: ν' αποφεύγω κάποια συνώνυμα, που έχουν το μειονέκτημα να υποβάλλουν φανταστικές διαφορές ν' αποφεύγω lσπανισμούς, αρχαϊσμούς και νεολογισμούς να προτιμώ τις καθημερινές λέξεις αν­τί για τις εντυπωσιακές να παρεμβάλλω σε μια διήγηση δευτερεύοντα περιστατικά, τα οποία τα απαιτεί πια ο αναγνώστης να επινοώ μικροασάφειες, εφόσον, αν η πραγματικότητα είναι ακριβής, η μνήμη δεν είναι να εξιστορώ τα περιστατικά (αυτό το διδάχτηκα από τον Κίπλινγκ και τις lσλανδικές σάγες) σαν να μην τα καταλαβαίνω εντε­λώς να μην ξεχνώ ότι όλοι αυτοί οι κανόνες δεν είναι υποχρεωτικοί και ότι, με τον καιρό, αναγκάζεσαι να τους καταστρατηγείς. Τέτοιου είδους τεχνάσματα ή συνήθειες δεν διαμορφώνουν βέβαια μια αισθη­τική. Άλλωστε είμαι δύσπιστος ως προς τις αισθητικές. Κατά κανόνα δεν απέχουν πολύ από το να είναι άχρηστες γενικεύσεις που ποικίλ­λουν από συγγραφέα σε συγγραφέα ή ακόμα από κείμενο σε κείμενο και δεν μπορούν να είναι παρά περιστασιακά ερεθίσματα ή εργαλεία.[...]

Το αισθητικό γεγονός συντε­λείται μόνο όταν γράφεται ή όταν διαβάζεται. Είναι κοινός τόπος να πεί κανείς ότι ο ελεύθερος στίχος δεν είναι τίποτα άλλο από μια τυπο­γραφική επίφαση σκέφτομαι πως πίσω από τον ισχυρισμό αυτό κρύβεται ένα ψέμα. Πέρα από τον ρυθμό, η τυπογραφική μορφή του στί­χου χρησιμεύει στο να προαναγγέλλει στον αναγνώστη ότι αυτό που πρέπει να περιμένει είναι ποιητική συγκίνηση κι όχι πληροφόρηση ή συλλογισμοί. Κάποτε φιλοδόξησα να πετύχω την πλατιά αναπνοή των ψαλμών* ή τού Γουόλτ Γουίτμαν' ύστερα από τόσα χρόνια διαπι­στώνω, με κάποια μελαγχολία το δίχως άλλο, ότι περιορίστηκα στο να χρησιμοποιώ εναλλάξ ορισμένα κλασικά μέτρα: το αλεξανδρινό, τον ενδεκασύλλαβο, τον επτασύλλαβο. [...]
Η ποίηση δεν είναι λιγότερο μυστηριώδης από τα υπόλοιπα στοιχεία του κόσμου. Ένας ή δύο πετυχημένοι στίχοι δεν μπορούν να εξάπτουν τη ματαιοδοξία μας, αφού είναι δωρεά της Τύχης ή του Πνεύματος μόνο τα λάθη είναι δικά μας. 'Ελπίζω ο αναγνώστης να ανακαλύψει στις σελίδες μου κάτι που να αξίζει τον κόπο να διατη­ρηθεί στη μνήμη του σ' αυτό τον κόσμο η ομορφιά είναι κάτι κοινό. -

* Τη λέξη ψαλμοί τη γράφω σκόπιμα «psalmos». Τα μέλη της Ισπανικής Βασιλικής Ακαδημίας θέλουν να επιβάλουν στην ήπειρό μας τις φωνητικές τους ανικανότητες, προτρέποντάς μας να χρησιμοποιούμε χονδροειδείς μορφές όπως salmos [αντί psalmos: ψαλμοί], neuma [αντί pneuma: πνεύμα], sicologia [αντί psicologia: ψυχολογία] κλπ. Τώρα τελευταία μάλιστα τους ήρθε να γράφουν αντί για βίκινγκ, «βίκινγκο». Υποθέτω ότι πο­λύ σύντομα θ' ακούσουμε να μιλάνε και για το έργο του Κίπλινγκο.

J.L.B. - Μπουένος Άιρες, 24 'Ιουνίου 1969

(από τον πρόλογό του στο Εγκώμιο της σκιάς- μτφ: Δημήτρης Καλοκύρης )

= = =

Μπουένος Άιρες

Τι είναι τό Μπουένος Άιρες;
Είναι η πλατεία Μαΐου όπου επιστρέφουν κουρασμένοι κι ευτυχισμένοι άντρες που τριγυρνούσαν πολεμώντας σε μια ολόκληρη ήπειρο.
Είναι ο τεράστιος λαβύρινθος τα φώτα, που απλώνονται έτσι όπως χαμηλώνει το αεροπλάνο και από κάτω του οι ταράτσες, οι αυλές, τα πεζοδρόμια, τα απλά πράγματα.
Είναι ο τοίχος του νεκροταφείου Ρεκολέτα, όπου έστησαν κι εκτέλεσαν κάποιον μου πρόγονο.
Είναι ένα μεγάλο δέντρο στήν οδό Χουνίν που, δίχως να το ξέρει, μας δίνει ίσκιο και δροσιά.
Είναι ένας δρόμος μακρύς με χαμηλά σπιτάκια, που σβήνει κι ομορφαίνει μες στό δειλινό.
Είναι η Νότια Προβλήτα, εκεί που σαλπάρανε έναν καιρό ο Κρόνος και ο Κόσμος.
Είναι το πεζοδρόμιο στήν οδό Κιντάνα, όπου ο πατέρας μου, που ήταν τυφλός, έκλαψε όταν είδε τα πανάρχαια άστρα.
Είναι μια πόρτα με αριθμό, που πίσω της πέρασα ακίνητος δέκα μερόνυχτα μες στό σκοτάδι, δέκα μερόνυχτα που τώρα πια στή μνήμη μου δεν είναι ούτε μια στιγμή.
[...]
Φτάνει ως εδώ αυτά είναι πράγματα εντελώς προσωπικά, είναι ακριβώς αυτά πού είναι, για νά 'ναι και το Μπουένος Άιρες μαζί.
Το Μπουένος Άιρες είναι ο παραδίπλα δρόμος, εκείνος που δεν πέρασα ποτέ, είναι τα βάθη τα κρυφά της κάθε γειτονιάς, είναι οι μεσαυλές, είναι αυτό που κρύβουν οι προσόψεις, είναι ο εχθρός μου, αν έχω εχθρό, είναι αυτός που δεν τ' αρέσουνε οι στίχοι μου (ούτε κι εμένα δεν μ' αρέσουν), εκείνο το απόμερο βιβλιοπωλείο που ίσως μπήκαμε κάποια φορά και τώρα το 'χουμε ξεχάσει, είναι αυτή η γοητεία ενός τραγουδιού παλιού, που κάποιος έξω το σιγοσφυρίζει και δεν μπορείς αμέσως να το θυμηθείς κι όμως κάπου σ' αγγίζει, είναι αυτό που χάθηκε κι εκείνο που θα 'ρθεί, είναι αυτό που βρίσκεται μακριά, αυτό που ανήκει σ' άλλους, κάτι που στρίβει τη γωνιά, η γειτονιά μας που δεν είναι ούτε δική σου ούτε δική μου, εκείνο που δεν ξέρουμε κι εκείνο που αγαπάμε. - J.L.B. από το Εγκώμιο της Σκιάς
μετάφραση: Δημήτρης Καλοκύρης

Image Hosted by ImageShack.us
9 de Julio Avenue, Buenos Aires

Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες, από τις σημαντικότερες μορφές της Ισπανικής λογοτεχνίας, γεννήθηκε το 1899 στο Μπουένος Άιρες. Παιδί-θαύμα στην κυριολεξία, έγραψε το πρώτο του διήγημα σε ηλικία 6 ετών. Σπούδασε στην Γενεύη και εκείνη την περίοδο άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιήματα. Μιλούσε εκτός από τα ισπανικά, άλλες τρεις γλώσσες,(αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά). Μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου εγκαταστάθηκε στη Μαδρίτη. Εκεί είχε την ευκαιρία να γνωρίσει σημαντικές προσωπικότητες της ισπανικής λογοτεχνίας και να δημοσιεύσει το πρώτο του ποίημα. Ένα χρόνο μετά επιστρέφει στη γεννέτειρα του, το Μπουένος Άιρες ,στο οποίο πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Την αγάπη του γιά την πόλη αυτή την εκδήλωσε με την ποιητική συλλογή, Πάθος γιά το Μπουένος Άιρες που δημοσίευσε το 1923. Ξεπερνώντας μία άσχημη περιπέτεια με την υγεία του, το 1935 γράφει την Παγκόσμια ιστορία της ατιμίας, την ιστορία της αιωνιότητας και τα διηγήματα Μυθιστορίες. Γιά να ακολουθήσουν τα δοκίμια: Η μοίρα, Οι γειτονιές , Ο λαϊκός τύπος. Το 1956 χάνει την όραση του. Παρόλα αυτά συνεχίζει να γράφει με την βοήθεια της μητέρας του. Επιστρέφει στην ποίηση και γράφει τα: Ο πλάστης, Ο χρυσός των τιγρέων, Το βιβλίο της άμμου, Εγκώμιο της σκιάς,κ.α. Το 1986 έφυγε από το Μπουένος Άιρες και πήγε στη Γενεύη. Πέθανε την ίδια χρονιά, ενώ λίγο πριν είχε παντρευτεί γιά τρίτη φορά την κατά πολύ μικρότερη του, Μαρία Κοντάμα. Διετέλεσε Πρόεδρος της Ένωσης Αργεντινών Συγγραφέων και διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Το 1955 εκλέχθηκε μέλος της Ακαδημίας Γραμμάτων της Αργεντινής και είχε τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας και με το Βραβείο Φορμεντόρ του Διεθνούς Συνεδρίου. Ιδιαίτερη ήταν η σχέση του Μπόρχες με την Ελλάδα. Είχε επισκεφτεί δύο φορές την χώρα μας και όλα τα έργα του έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά. - (από το site του greekbooks.gr)
= = =

Ιούνιος 1968

Στο χρυσαφένιο απόγεμα
ή καί, μπορεί, σε μια μορφή γαλήνης
που σύμβολό της νά 'ναι αυτό το χρυσαφένιο απόγεμα,
ο άνθρωπος αυτός ταχτοποιεί τα βιβλία
πάνω στα ράφια που περιμένουν
και νιώθει την περγαμηνή, το δέρμα, το πανί
και την ηδονή που σου δίνει
η πρόβλεψη μιας συνήθειας
κι η καθιέρωση κάποιας τάξης.
Ο Στίβενσον κι εκείνος ο άλλος σκοτσέζος, ο Άντριου Λάνγκ, θα συνεχίσουν εδώ, με τρόπο θαυμαστό,
τη μακριά συζήτησή τους που σταμάτησαν
οι θάλασσες και ο θάνατος
και όσο για τον Ρέγιες, είναι βέβαιο πως δε θα ενοχληθεί
που θα γειτονεύει με τον Βιργίλιο.
(Η ταξινόμηση μιας βιβλιοθήκης είναι η άσκηση
με ηρεμία και απλότητα
της τέχνης της κριτικής).
Ο άνθρωπος αυτός που είναι τυφλός,
ξέρει πως δεν μπορεί πια να διαβάσει
τα περίφημα βιβλία που ψηλαφίζει
και πως δεν πρόκειται να τον βοηθήσουνε να γράψει εκείνο το βιβλίο που τελικά θα μπορούσε να τον δικαιώσει
όμως τούτο το βράδυ, που ίσως και νά 'ναι χρυσαφένιο
χαμογελάει για την παράξενη μοίρα
και νιώθει εκείνη την ξεχωριστή ευχαρίστηση
που δίνουν τα παλιά, αγαπημένα πράγματα.

J.L.B. από Το εγκώμιο της σκιάς
μετάφραση: Δημήτρης Καλοκύρης

= = =

«Η ποίηση είναι μια απλή, ρητορική μαγεία. Το γράψιμο ενός ποιήματος είναι μια μικρή μαγική χειρονομία που συντελείται με τη φαντασία και το πνεύμα του αναγνώστη μαζί με του ποιητή.» - J.L.B.: Η Τέχνη του στίχου


«Θεωρώ τον εαυτό μου κυρίως αναγνώστη. Όπως γνωρίζετε, έχω τολμήσει την περιπέτεια της γραφής. Αλλά πιστεύω πως αυτά που έχω διαβάσει είναι πολύ πιο σημαντικά απ' αυτά που έχω γράψει. Γιατί κάποιος διαβάζει αυτά που του αρέσουν - ωστόσο γράφει όχι αυτά που θα ήθελε να γράψει, αλλά αυτά που είναι ικανός να γράψει.» - J.L.B.: H τέχνη του στίχου


«Εάν πρέπει να ορίσω την ποίηση και νιώθω κάπως αμήχανα γι αυτό, εάν δεν είμαι πολύ σίγουρος γι αυτό, λέω κάτι όπως: Ποίηση είναι η έκφραση του ωραίου διαμέσου λέξεων περίτεχνα υφασμένων μεταξύ τους . Αυτός ο ορισμός μπορεί να είναι αρκετά καλός για ένα λεξικό ή ένα εγχειρίδιο, αλλά όλοι νιώθουμε πως είναι κάπως αδύνατος. Υπάρχει κάτι πολύ σημαντικότερο - κάτι που θα μπορούσε να μας ενθαρρύνει να συνεχίσουμε όχι μόνο προσπαθώντας να γράψουμε ποίηση, αλλά και να την ευχαριστιόμαστε, και να νιώθουμε ότι ξέρουμε τα πάντα γι αυτήν. Αυτό είναι ότι ξ έ ρ ο υ μ ε τι είναι ποίηση. Το ξέρουμε τόσο καλά που δεν μπορούμε να το ορίσουμε με άλλες λέξεις, όπως δεν μπορούμε να ορίσουμε τη γεύση του καφέ, το κόκκινο ή το κίτρινο χρώμα, ή την έννοια του θυμού, της αγάπης, του μίσους, της ανατολής, του ηλιοβασιλέματος, ή της αγάπης μας για την πατρίδα μας. Αυτά τα πράγματα είναι τόσο βαθιά μέσα μας, που μπορούν να εκφραστούν μόνο με εκείνα τα κοινά σύμβολα που μοιραζόμαστε. Έτσι, γιατί να χρειαστούμε άλλες λέξεις;» - Καθημερινή, 9 Ιαν. 2007


«Τί σημαίνει για μένα να είμαι συγγραφέας; Σημαίνει απλώς το να είμαι πιστός στη φαντασία μου. Όταν γράφω κάτι, το σκέφτομαι όχι ως πραγματικά αληθινό, αλλά ως αληθινό ως προς κάτι βαθύτερο. Όταν καταστρώνω μια πλοκή, τη γράφω γιατί κατά κάποιον τρόπο πιστεύω σ' αυτήν - όχι όπως πιστεύει κάποιος στην ιστορία αλλά όπως πιστεύει σε ένα όνειρο ή σε μιαν ιδέα.» - J.L.B. : Η Τέχνη του στίχου

Ο Αυτόχειρας

Δε θα μείνει στη νύχτα ούτ’ ένα αστέρι.
Δε θα μείνει η νύχτα.
Θα πεθάνω και μαζί μου όλο
τ’ ανυπόφορο σύμπαν.
Θα σβήσω τις πυραμίδες, τα μετάλλια,
τις ηπείρους και τα πρόσωπα.
Θα σβήσω το θησαύρισμα του παρελθόντος.
Θα κάνω σκόνη την ιστορία, σκόνη τη σκόνη.
Κοιτάζω τώρα το στερνό ηλιοβασίλεμα.
Ακούω το στερνό πουλί.
Κληροδοτώ το τίποτα σε κανέναν.


(μετάφραση: Αργύρης Χιόνης)


- Η μετάφραση του προλόγου και των ποιημάτων από Το εγκώμιο της σκιάς
(Εlogio de la sompra) είναι του Δημήτρη Καλοκύρη (εκδ. Ύψιλον, 1985)
- Η μετάφραση στην Τέχνη του στίχου είναι της Μαρίας Τόμπρου
(Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2006)
- Φωτογραφίες: btitannica.com,en.wikipedia.org,
green.democrit.com, ciudadviva.gov.co
- Eξώφυλλα: amazon.com, ucm.es, library.thinkquest.org και
από το site της Πρωτοπορίας (www.protoporia.gr)

Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου 2008

50 ~ Χε Γουέι: στην άβυσσο της θάλασσας του μυθικού Αιγαίου


He Wei (1967 - 1996)
στον καθρέφτη της θάλασσας


Έπεσε το πρώτο χιόνι στον Χορτιάτη
εκεί που τελευταία φορά πήγα πέρσι
και μίλησα για την πουλημένη γη.
Στο δωμάτιο το ράδιο μιλάει χωρίς να με ρωτήσει
για πράγματα που έγιναν παρά τη θέλησή μας
για ανάγκες, για πίστη και για μνήμες των ταξιδεμένων ημερών.
Ώρα περασμένη δύο, άλλο τσιγάρο δεν έχω να ανάψω.
Μένει το ποτό, μα με ποιον να το πιω;
Ούτε φεγγάρι, ούτε λουλούδια, ούτε ο Λι Τάι-Πο
και αρχίζω να κλαίω, να θρηνώ το φθινόπωρο
τότε που γεννήθηκα με την ευχή της νεκρής μου γιαγιάς,
θρηνώ τη γέννησή μου είκοσι τρία χρόνια μετά σ' αυτήν την ξένη παγωνιά
Πώς να βγάλω τούτο το χειμώνα;


Χιόνι στον Χορτιάτη (φωτ: flickr.com, από poterium)



Κοιτάζοντας τη θάλασσα
δεν είδα μόνο τα δυο πανιά σαν περιστέρια
και απέραντους ελαιώνες που τους περπάτησα χθες,
δεν είδα μόνο τα κύματα σαν σχισμένα μετάξια
κάτω από έναν τόσο χαρούμενο ήλιο,
να αγγίζουν τα δυτικά βουνά.

Είδα και τα μάτια μου στον καθρέφτη της
είδα αιωρούμενες μορφές που το μυαλό δεν
μπόρεσε να διώξει.
Και θαρρώ πως είναι οι σκιές του παρελθόντος χρόνου,
πως είναι οι μαύροι άγγελοι
χωρίς τα μάγια.

Στον καθρέφτη της θάλασσας
είδα τα μάτια μου, τον σκονισμένο καθρέφτη του εαυτού μου


Στην Χαλκιδική (φωτ: flickr.com, από TomOnTour)

__ __ __ __

Χε Γουέι θα πει Πόσο Μεγάλος, και ο Χε Γουέι έκανε μεγάλο δρόμο για να έρθει στην Ελλάδα. Σε ηλικία δεκαοκτώ ετών, αφήνει την επαρχία Χουμπέι της Κεντρικής Κίνας, τον τόπο όπου γεννήθηκε και ολοκλήρωσε τις βασικές σπουδές του, και έρχεται στην Θεσσαλονίκη για να ακολουθήσει ανώτερες και ανώτατες σπουδές στο ΑΠΘ. Στην εισαγωγή του βιβλίου Χε Γουέι, Τα ελληνικά ποιήματα - Μεταφράσεις - Φιλοσοφικό δοκίμιο, η Μπίλη Βέμη, που επιμελήθηκε την έκδοση μαζί με τον Γιώργο Κορδομενίδη, μας δίνει βιογραφικές πληροφορίες:

Ο Χε Γουέι (22.9.1967 - 31.5.1996) γεννήθηκε στην επαρχία Hubei της Κεντρικής Κίνας από μια εργατική οικογένεια με έξι παιδιά. Τον Ιούλιο του 1985 αποφοίτησε από το Κολλέγιο Ξένων Γλωσσών της πόλης Wuhan, στο οποίο φοιτούν ως υπότροφοι, μετά από απαιτητικές εξετάσεις, μόνον άριστοι φοιτητές. Τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς ήρθε στην Θεσσαλονίκη με υποτροφία του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών και σπούδασε στο Τμήμα Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Στο ίδιο Τμήμα ολοκλήρωσε μεταπτυχιακές σπουδές στη Φιλοσοφία και ξεκίνησε την εκπόνηση της διδακτορικής στου διατριβής, με θέμα τη σύγκριση της φιλοσοφίας του Ηράκλειτου και του Λάο Τσε. Άρχισε να γράφει ποιήματα στα ελληνικά την άνοιξη του 1987, οπότε ξεκίνησε να μεταφράζει τον Καβάφη στα κινεζικά. Δημοσίευσε ποιήματά του στην Οδό Πανός (49, Μάιος-Ιούνιος 1990) και υπήρξε βασικός σύμβουλος σε αφιέρωμα του περιοδικού Εντευκτήριο για την κινεζική λογοτεχνία (τχ.21, Δεκέμβριος 1991). Έδωσε συνεντεύξεις σε εφημερίδες της Θεσσαλονίκης, στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση, όπου είχε προσκληθεί με αφορμή πολιτικά ή πολιτισμικά γεγονότα της Κίνας. Ο Γουέι πέθανε ξαφνικά το μεσημέρι της τελευταίας ημέρας του Μάη 1996, από έμφραγμα του μυοκαρδίου, περπατώντας στους ζεστούς δρόμους της Θεσσαλονίκης, όπου ζούσε και σπούδαζε.


Yangtze River valley, Hubei - China


__ __ __ __

Στο φάρο της Αλοννήσου

Θαρρώ πως όλα θα 'σβησαν
στην άβυσσο της θάλασσας
αυτού του μυθικού Αιγαίου,

σαν τα ερείπια που μονάχα ηρεμούν στις πέτρες
σαν τα τραγούδια των προγόνων,

κι έμεινε αυτό το κύμα μόνο
να βασιλεύει στην ψυχή, καθώς χάνονται
τα βήματά μας, τα δειλά
στη μνήμη και στην επιθυμία'
ταξιδεύουν και χάνονται...

Image and video hosting by TinyPic
Aλόννησος, η παλιά Χώρα  (φωτ: flickr.com, από Son of Groucho)



Νυχτερινό μπάνιο στο βάλτο της Επανωμής

Ένα κόκκινο φεγγάρι μισοφαγωμένο από τα κουνούπια κρεμάται σαν ένα πύργο, σαν ένα σπαθί.
Η θάλασσα λάδι, μετάξι, λαμποκοπεί, ανεβοκατεβαίνει' ένα διαμάντι στης γης τη σπιθαμή.
Τρεις φίλοι γυμνοί, κυκλικά αγκαλιασμένοι φωνάζουν μια προσευχή κι ανθίζει ένα νέρινο λουλούδι.
Ενώ το αυτοκίνητο, ολοένα βουλιάζει στη λάσπη' από την πολλή νύστα δεν μπορεί πια να σηκωθεί.


Επανωμή, παραλία "Ποταμός"


- τα δύο πρώτα ποιήματα είναι από το βιβλίο Χε Γουέι, Τα
Ελληνικά Ποιήματα, Μεταφράσεις, Φιλοσοφικό Δοκίμιο

Εκδόσεις: Εντευκτηρίου, Θεσσαλονίκη 2002
Επιμέλεια: Γιώργος Κορδομενίδης και Μπίλη Βέμη



- το τρίτο ποίημα είναι από την Οδό Πανός, τχ. 60-61/Μάρτιος 1992, και
- το τέταρτο από την Οδό Πανός, τχ. 123/Ιαν.2004

Η φωτογραφία του He Wei και το εξώφυλλο του βιβλίου
είναι από την ιστοσελίδα του Ριζοσπάστη
Φωτογραφίeς: ag-edit.lightlink.com, flickr.com, aeolus-rc.com